Οι εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας είναι πλέον ταχύτατες. Όλα όσα ξέραμε μέχρι πριν από το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας θα πρέπει πλέον να θεωρούνται παρελθόν. Μπορεί η κυβέρνηση να δηλώνει προσηλωμένη στην εφαρμογή της «απόφασης της 21ης Ιουλίου», όμως ούτε η ίδια δεν πιστεύει αυτά που εξ ανάγκης λέει δημοσίως. Άλλωστε, με κάθε επίσημο τρόπο, η συμφωνία αυτή έχει κηδευτεί και απομένει το... μνημόσυνο.
Είναι αναρίθμητοι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι τραπεζίτες, τα κυβερνητικά στελέχη στις χώρες της ευρωζώνης, αλλά και οι αναλυτές και τα ΜΜΕ παγκοσμίως που λένε ξεκάθαρα ότι η «21η Ιουλίου» έχει μπει στο χειρουργικό τραπέζι προκειμένου να αναθεωρηθεί.
Στο επίκεντρο της αναταραχής βρίσκονται δύο βασικοί παράγοντες: ένας εξωτερικός και ένας εσωτερικός.
Ο εξωτερικός παράγοντας που έχει μεταβάλει - ή μάλλον έχει... επιταχύνει - τους σχεδιασμούς για την «τελική» ρύθμιση του ελληνικού χρέους είναι η διεθνής χρηματιστηριακή και χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία μοιάζει με τυφώνα. Ποσά υπερπολλαπλάσια του κόστους για τη σωτηρία της ευρωζώνης έχουν χαθεί μέσα σε λίγους μήνες στα χρηματιστήρια του πλανήτη.
Στη μέγγενη η ευρωζώνη
Η ίδια η ευρωζώνη πιέζεται ακόμη περισσότερο μετά την - αναμενόμενη πάντως - υποβάθμιση της Ιταλίας από τη Moody’s και μάλιστα με αρνητική προοπτική για το μέλλον, αλλά κυρίως από την κακή κατάσταση και τις πιέσεις ρευστότητας που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.
Ήδη η Κομισιόν παραδέχεται ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί πολύ από την εποχή των «τεστ αντοχής», ομολογώντας εμμέσως ότι τα τεστ ήταν - όπως προειδοποιούσαν όλοι οι εκτός ευρωζώνης παράγοντες - για τα μάτια του κόσμου. Και πλέον αναζητούνται τεράστιες ενέσεις ρευστότητας την ώρα που η κατάσταση των εθνικών οικονομιών επιδεινώνεται και βασικά εργαλεία αντιμετώπισης της κρίσης απλώς απουσιάζουν.
Η πίεση για την τάχιστη ενεργοποίηση του προσωρινού μηχανισμού διασώσεων (EFSF) διαρκώς αυξάνεται για έναν απλό λόγο: διότι, υπό τη νέα του μορφή και με τις νέες αρμοδιότητες, θα μπορεί να χρηματοδοτεί απευθείας τράπεζες και όχι μόνο κράτη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, αν συνυπολογίσουμε και τον κίνδυνο να «σκάσουν» τα μπαλόνια της Ιταλίας και της Ισπανίας, παρά την προσπάθεια της ευρωζώνης να κρατήσει «καθυστέρηση», πλέον έχει μπει στο τραπέζι και η τεράστια αύξηση των διαθέσιμων κονδυλίων του EFSF.
Σε αυτές τις συνθήκες η περαιτέρω χρηματοδότηση ενός «καμένου χαρτιού», όπως η Ελλάδα, κατά τον τρόπο που ήδη την αντιμετωπίζουν οι εταίροι, δανειστές και επιτηρητές της, μοιάζει με περιττή πολυτέλεια...
Εκτός στόχων...
Για το τι εννοούμε ακριβώς μιλώντας για «καμένο χαρτί» είναι ενδεικτική η άποψη που εξέφρασε τη Δευτέρα, πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup, ο επίτροπος για τις οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις Όλι Ρεν - και μάλιστα μετά τη φοροκαταιγίδα και τη δημοσιοποίηση του προϋπολογισμού από τον υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας Ευ. Βενιζέλο:
«Φαίνεται ότι η Ελλάδα είναι πιθανό να μην μπορέσει να εκπληρώσει τους προδιαγεγραμμένους για φέτος και το επόμενο έτος στόχους. Τα συγκεκριμένα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί μέχρι σήμερα δεν επαρκούν για την επίτευξη όλων των δημοσιονομικών στόχων».
Με άλλα λόγια, ο επίτροπος ομολογεί πως κανείς δεν ευελπιστεί στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων εκ μέρους της Ελλάδας. Κι ας έλεγε, ύστερα από δύο μέρες, ο Βενιζέλος ότι:
«Υπήρξε πολύ θετική αποδοχή των μέτρων. Διαβάζω εκφοβιστικά κείμενα στις εφημερίδες και ακούω σχόλια στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης ότι τα μέτρα δεν κρίνονται επαρκή και ότι θα χρειαστούν άλλα μέτρα για το 2011 ή το 2012. Δεν είναι ακριβές αυτό. Ουδείς έθεσε τέτοιο θέμα».
Η ουσία είναι ότι ο επίτροπος (εκπροσωπώντας μάλιστα το ένα από τα τρία μέρη της τρόικας, την Κομισιόν) ούτε καν θα σκεπτόταν, πριν από δύο ή τρεις μήνες, το ενδεχόμενο να θέσει θέμα εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της Ελλάδας και μάλιστα εν μέσω διαπραγμάτευσης για μια δόση του δανείου των 110 δισ. ευρώ. Ενώ δηλαδή είναι γνωστό ότι η τήρηση των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η κυβέρνηση αποτελεί συμβατικό όρο, χωρίς την εκπλήρωση του οποίου δεν μπορεί να εκταμιεύεται το δάνειο!
«Το ζήτησε η Ελλάδα»!
Την ίδια ώρα ο Αντόνιο Μπόρχες, επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, προειδοποιεί ότι το Ταμείο θα συμμετάσχει στο δεύτερο πακέτο για τη στήριξη της Ελλάδας μόνο «εάν διαπιστωθεί ότι το χρέος της χώρας είναι βιώσιμο». Όρος τον οποίο εμμέσως αμφισβητεί δημοσίως ο Όλι Ρεν... Και συμπληρώνει ο Μπόρχες: «Το δεύτερο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα θα πρέπει να αναθεωρηθεί, καθώς έχει επιδεινωθεί η κατάσταση της οικονομίας και ο ρυθμός προώθησης των μεταρρυθμίσεων είναι αργός».
Ως εκ τούτου θα θεωρούσε κάποιος ότι η αναβολή του Eurogroup της 13ης Οκτωβρίου για να αποφασιστεί η εκταμίευση της έκτης δόσης προς την Ελλάδα είναι η τελευταία προειδοποίηση προς τη χώρα μας. Ωστόσο οι πληροφορίες του «Π» από τις Βρυξέλλες λένε ότι αυτή που ζήτησε την αναβολή ήταν η ελληνική κυβέρνηση! Μπροστά στον κίνδυνο είτε να μην περάσει ο προϋπολογισμός από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ - ενδεχόμενο μάλλον απίθανο - είτε, ακόμη χειρότερα, να προκληθεί κοινωνική αναταραχή από τη βαρβαρότητα των μέτρων, η κυβέρνηση θέλησε να αργήσει η εκταμίευση, ώστε να υπάρξει αποτελεσματικότερη πίεση στο εσωτερικό.
Στο ίδιο πλαίσιο δεν θα πρέπει να αποκλειστεί μια μερική στάση πληρωμών σε μισθούς από το Δημόσιο - ενδεχόμενο για το οποίο γίνεται ήδη δημοσιογραφική... κονσομασιόν - προκειμένου να ολοκληρωθεί η προετοιμασία και του ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου (ρεπορτάζ παραπλεύρως).
Με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία να υποδεικνύουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια προ-πτωχευτική διαδικασία, δυστυχώς δικαιώνεται μια πολύ έγκαιρη εκτίμηση του «Π», διατυπωμένη εδώ και μήνες: ότι η προτεραιότητα της τρόικας δεν βρίσκεται στην επίτευξη των – άπιαστων εξ άλλου – δημοσιονομικών στόχων, αλλά στην όσο το δυνατόν ταχύτερη εκποίηση του δημόσιου πλούτου.
Αυτό θα είναι το μεγάλο παιχνίδι της επόμενης περιόδου.
--------------------------------------------------------------------------------
topontiki.gr