Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Η δραχμούλα και η ψεύτικη αθωότητα‏!

Σε τέτοιες δύσκολες μέρες η νοσταλγία μοιάζει πολύτιμη. Αναζητούμε ένα «τότε που …». Ένα δωμάτιο που η μητέρα «… καθαρίζει φρέσκα φασολάκια …». Ένα ντιβάνι όπου η ψυχή ν’ ανακλίνει και να ξεκουραστεί. Μία οδό ονείρων. Έναν τόπο αλλού. Και τότε, αιφνιδίως, έρχεται… σαν από μηχανής θεός … η δραχμούλα. Κάτι σαν πανίσχυρος αλγόριθμος. Να λοιπόν. Αυτή είναι η λύση! Να γυρίσουμε στη μικρή δραχμή μας.

Να την έχουμε ξανά πίσω. Κι έτσι να ξαναγυρίσουμε στο ταβερνάκι μας• τα λαϊκά μας• την ρετσίνα μας• τις αγάπες μας. Και όλα θα είναι πάλι όπως παλιά… σαν να μην άλλαξε τίποτε. Σαν να μην πέρασε ούτε μία μέρα. Όλα θα είναι τα ίδια. Σαν την απαίτηση των παιδιών: Να μου το ξαναπείς το παραμύθι! Αλλά ίδιο! Ολόιδιο!

Το ίδιο, επαναλαμβανόμενο παιχνίδι ενός παιδιού – του εγγονού του, όπως ξέρουμε από τους βιογράφους – τράβηξε κάποτε την προσοχή του Φρόυντ.. Ήταν από τις παρατηρήσεις εκείνες πάνω στις οποίες θεμελίωσε τις όψιμες θεωρίες του για μία σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ψυχής μας• που εμμένει στην επανάληψη των πραγμάτων. Επανάληψη που μπορεί να είναι τυφλή• μονοκόματη• αντίθετη ακόμη και με την ίδια την ζωή. Θανατερή.

Μία από τις πιο αλλόκοτες συνήθειες που συνάντησαν οι Ισπανοί στους Ίνκας ήταν η περιφορά των μουμιών των προγόνων, μία ορισμένη μέρα του χρόνου. Αλλά και σε αυτές τις λιτανείες, όπως και στα δικά μας μνημόσυνα, σκοπός του τελετουργικού μάλλον ήταν, και είναι, η διάκριση της φαντασίας, του παρελθόντος, από την πραγματικότητα, του παρόντος και του μέλλοντος. Θυμόμαστε τα παλιά για να γίνουν μέσα μας μνήμη, μάθηση. Να ξεχωρίσουν από το παρόν. Αλλιώς είναι όταν κάτι μου συμβαίνει τώρα, όταν το ζω, και αλλιώς όταν το θυμάμαι. Διακρίσεις που μπορεί να μοιάζουν αυτονόητες αλλά είναι πολύ ζωτικές για τις σύγχρονες νευροεπιστήμες. Και για την ψυχανάλυση.

Ως Έλληνες, επιμένουμε. Θέλουμε τη δραχμούλα μας. Το παρόν είναι τόσο αφόρητο που προτιμάμε να βυθισθούμε στον γλυκερό ζόφο ενός παρελθόντος που προορίζεται, στην καλή περίπτωση, να μείνει μνήμη∙ και, ίσως, μία καλή ανάμνηση∙ ζωντανή, πλούσια, ζουμερή, συναρπαστική ανάμνηση• αλλά ανάμνηση• παρελθόν• τέλος.

Στην κακή περίπτωση θα έχουμε ένα φετίχ. Μία πρόφαση, για να μην αναπτυχθούμε. Ένα κιτς∙ σαν τα μπιμπελό ενός σαλονιού∙ που πάντα προσπαθούν να κρύψουν κάτι. Σαν ψεύτικη, «παιδική» αθωότητα: Μα τι έκανα και δεν με παίζουν; Γιατί δεν μου δίνουν ότι μου έταξαν; Γιατί με αντιμετωπίζουν σαν πονηρό;

Τα ανθρώπινα πένθη δεν είναι οδυνηρά μόνον γιατί χάνουμε κάποιον ή κάτι που αγαπάμε. Είναι οδυνηρά, ακόμη περισσότερο, γιατί μας υπενθυμίζουν ότι δεν είμαστε αιώνιοι. Τα σύμβολα είναι πάντα μακροβιότερα. Να γιατί η δύναμη τους μπορεί να παίξει πολλά παιχνίδια στο νου. Κάτι που το γνωρίζουν πολύ καλά οι δικτάτορες. Και οι δημοκόποι. Και οι διαφημιστές.

Έτσι και οι εικόνες της δραχμούλας μας, που κάθε τόσο αναρτώνται (με την βοήθεια επιτηδείων) εντός της μνήμης μας. Μας λείπει. Μας πονάει. Τη νοσταλγούμε. Αν πέσουμε στην αγκαλιά της, κανένας φραγκολεβαντίνος δεν θα μας κοροϊδέψει πάλι. Θα είμαστε ξανά ασφαλείς, νεαροί και αιώνιοι. Θα πάρουμε πίσω την περηφάνια και τη λεβεντιά μας. Την Αγιά Σοφία μας. Το μπόι μας. Και, φοβάμαι, τη «μαγκιά» μας. Θα ξαναβρούμε δηλαδή τη βία και την αυτοαναφορικότητά μας∙ και την αυτοκαταστροφικότητά μας
MAIRI LAGANA